Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

«Εάν όχι τα ΜΜΕ, ποιος;» Τα ΜΜΕ ως πρεσβευτές του περιβάλλοντος. Συνέντευξη από την κ. Λίνα Γιάνναρου.


Τα περιβαλλοντικά ζητήματα δεν επιλύονται μόνο από τους πολιτικούς και τις κυβερνήσεις. Ο ρόλος των ΜΜΕ μπορεί και έχει τη δυναμική να γίνει πολυτιμότερος. Τι συμβαίνει όμως με την ελληνική κοινωνία; Γιατί επικρατεί η άποψη ότι η Ελλάδα βρίσκεται πίσω στο θέμα καλλιέργειας οικολογικής συνείδησης; Πώς τα ΜΜΕ μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση;


Δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι μαζί με την (πρακτικά απούσα στη χώρα μας) περιβαλλοντική εκπαίδευση και το έργο των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, τα ΜΜΕ μπορούν να γίνουν ο καλύτερος πρεσβευτής προστασίας του περιβάλλοντος, διαμορφώνοντας συνειδητοποιημένους και ενεργούς πολίτες.


Είναι καταθλιπτικά αυτονόητη η διαπίστωση ότι στα δίκτυα των ΜΜΕ, ιδιαίτερα στα τηλεοπτικά, ο πολιτισμός και τα περιβαλλοντικά προβλήματα που ταλανίζουν τον κόσμο και καθορίζουν τον μέλλον μας ως ανθρωπότητα προβάλλονται ελλιπέστατα και αποσπασματικά. Το έλλειμμα ωστόσο αυτό, δεν αντικατοπτρίζεται αποκλειστικά στον ελάχιστο χρόνο προβολής των πολιτιστικών δρώμενων, στο συρρικνωμένο μερίδιο προβολής των τεχνών ή στις ζώνες μειωμένης τηλεθέασης των εκπομπών για το περιβάλλον. Το πρόβλημα είναι ευρύτερο, γιατί η προβολή του πολιτισμού συναρτάται με το εν γένει ποιοτικό περιβάλλον των ΜΜΕ. Τελικά παρακολουθώντας το πρόγραμμα των καναλιών καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν περισσεύει χώρος και χρόνος για το περιβάλλον.


Φωτεινά παραδείγματα εξαιρετικών προσπαθειών το ένθετο «ΟΙΚΟ» της εφημερίδας «Καθημερινή». Πέρα από την έκδοση του περιοδικού, η εφημερίδα καθώς και ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΚΑΪ (που επίσης αποτελεί φωτεινή εξαίρεση) σε συνεργασία με την WWF, ανέλαβαν τη δημιουργία του «Παρατηρητηρίου». Το «Παρατηρητήριο» είναι ένα άγρυπνο μάτι που παρακολουθεί την πορεία των έργων για την αποκατάσταση του οικοσυστήματος στην Πάρνηθα, μετά από τις καταστροφικές πυρκαγιές το καλοκαίρι που μας πέρασε. Αυτό επιτυγχάνεται αφενός από την συνεχή παρουσία στο βουνό μελών της WWF, αλλά και τις συχνές επισκέψεις δημοσιογράφων της Καθημερινής και του ΣΚΑΙ, και αφετέρου μέσω του ανοιχτού διαύλου επικοινωνίας των τριών φορέων με τους πολίτες, οι οποίοι καλούνται να ενημερώνουν το Παρατηρητήριο σε περίπτωση που γίνουν μάρτυρες «παρασπονδιών».


Η κ. Λίνα Γιάνναρου συντάκτρια του «ΟΙΚΟ» θεωρεί ότι “μόλις τα τελευταία χρόνια αρχίζει να διαμορφώνεται περιβαλλοντική συνείδηση στον Έλληνα. Για πάρα πολλά χρόνια, το περιβάλλον και η οικολογία θεωρούνταν «πολυτελή» προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν μετά την επίλυση άλλων, σοβαρότερων. Φαίνεται ότι το διεθνές περιβαλλοντικό κίνημα συμπαρέσυρε τελικά και τους Έλληνες. Η επιτακτικότητα άλλωστε κάποιων θεμάτων, όπως είναι οι κλιματικές αλλαγές, δεν θα επέτρεπαν κάτι διαφορετικό. Καταλυτικό ρόλο είχε επίσης η εισαγωγή της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στο σχολείο." Ένας ακόμα ανασταλτικός παράγοντας, που χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία είναι οι πελατειακές σχέσεις που εξακολουθεί να διατηρεί με τους πολίτες η Πολιτεία, όσο και η νοοτροπία μας. “Δυστυχώς, ακόμα και μετά την καταστροφή του περασμένου καλοκαιριού, οι περισσότεροι Έλληνες με οικόπεδο σε δάσος θα επιχειρούσαν με κάθε τρόπο να κτίσουν, κάτι που θα θεωρούνταν ανεπίτρεπτο σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Από την άλλη, όσοι για παράδειγμα θα θέλαμε να ανακυκλώσουμε, δεν έχουμε... κάδους για να το κάνουμε. Παρόλ’ αυτά, ο σπόρος της περιβαλλοντικής συνείδησης έχει ήδη μπει.”


Aπό την άλλη, μοιάζει πλέον ο κόσμος να ψάχνει ευκαιρίες να πληροφορηθεί και να δράσει για το περιβάλλον, αφού όπως μας ενημερώνει η κ. Γιάνναρου, το κοινό αγκάλιασε αμέσως τη συγκεκριμένη προσπάθεια, ενώ το περιοδικό δέχεται δεκάδες γράμματα κάθε μήνα, πολλά από τα οποία περιλαμβάνουν προτάσεις για την ενίσχυσή του. Ως επί τω πλείστον, οι αναγνώστες προτείνουν την κάλυψη θεμάτων ή προσπαθειών που λαμβάνουν χώρα στην περιφέρεια. Στην ερώτηση γιατί κατά την άποψή της, στην Ελλάδα το κόμμα των οικολόγων (Οικολόγοι Πράσινοι) δεν έχουν την οργάνωση και την απήχηση που έχουν άλλα «πράσινα κόμματα» σε Ευρωπαϊκές χώρες, επισημαίνει ότι δεν χρειάζεται ένα κόμμα να αυτοονομάζεται «πράσινο» για να έχει το περιβάλλον ψηλά στην ατζέντα του. "Υπάρχουν κόμματα στην ελληνική βουλή που έχουν περιβαλλοντική πολιτική και λαμβάνουν ανάλογες πρωτοβουλίες".

Επίσης αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι παρ’ όλη την πρόσφατη οικολογική καταστροφή το κράτος δεν εκμεταλλεύτηκε τον εκπαιδευτικό και ταυτόχρονα μαζικό χαρακτήρα των ΜΜΕ και, δεν προέβη στην δημιουργία κρατικά χρηματοδοτούμενων οικολογικών σποτ, αλλά όσα παρακολουθήσαμε προέρχονταν από ιδιωτικούς φορείς (συνήθως από το εξωτερικό).

"Σαφέστατα δεν θα έπρεπε το κράτος να εναποθέτει την ευθύνη της ευαισθητοποίησης του κοινού σε ιδιώτες ή φορείς. Ίσως να μην το έκανε εάν γνώριζε (ή είχε συνειδητοποιήσει) ότι η καταστροφή του περιβάλλοντος κοστίζει πρώτα και κύρια στο ίδιο το κράτος", σχολιάζει η κ. Γιανναρά.


Φαίνεται όμως στην Ελλάδα να υπάρχει το εξής παράδοξο “Όταν θέλει, ο κόσμος βρίσκει τρόπο να συμμετάσχει στο περιβαλλοντικό κίνημα. Όταν πάντως το κάνει, συνήθως έρχεται σε σύγκρουση με τις αρχές."Τη στάση όμως αυτή της εκάστοτε κυβέρνησης, μπορούν να την αλλάξουν τα ΜΜΕ. ”Εάν δεν είναι τα ΜΜΕ ικανά, τότε ποιος είναι;” σχολιάζει η κ. Γιάνναρου, δίνοντας δύο πρόσφατα παραδείγματα, την περίπτωση της ρύπανσης του Κηφισού, αλλά και του Ασωπού, θέματα που ανέδειξε η Καθημερινή και ο ΣΚΑΙ και οδήγησαν στην λήψη μέτρων από την Πολιτεία. Στο ερώτημα γιατί παρ’όλα αυτά τα ΜΜΕ στην Ελλάδα, δεν έχουν στραφεί μαζικά προς αυτή τη κατεύθυνση η απάντηση είναι μάλλον η αναμενόμενη… “Υποψιάζομαι ότι λανθασμένα θεωρούν ότι το περιβάλλον δεν «πουλάει».” Μπορεί λοιπόν να θεωρείται το περιβάλλον ως μη επικερδές θέμα ενασχόλησης από τα περισσότερα ελληνικά Μέσα, ωστόσο όλοι προσέξαμε την μέχρι αηδίας εκμετάλλευσή του όσο αυτό ήταν της «μόδας».


Η παραπάνω στάση δεν σημειώθηκε μόνο στην Ελλάδα. Για παράδειγμα εκδηλώσεις, όπως το live earth που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούλη με αφορμή την κλιματική αλλαγή και, στην οποία τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας τραγούδησαν ασταμάτητα για 24 ώρες, κατηγορήθηκαν ως εκδηλώσεις εντυπωσιασμού και πως τελικά επιφέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση το ρεύμα που καταναλώθηκε άγγιξε ψηλά ποσοστά. Η κ. Γιανναρά συμφωνεί ότι στα πλαίσια αυτής της «μόδας» έγιναν και κινήσεις εντυπωσιασμού χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα όμως συμπληρώνει ότι, “Θεωρώ ότι είναι υπερβολή να κατακρίνονται πρωτοβουλίες όπως το live earth, με τέτοια επιχειρήματα. Μπορεί πράγματι σε αυτή την εκδήλωση να καταναλώθηκε πολύ ρεύμα, αλλά εάν έστω και λίγοι άνθρωποι ενημερώθηκαν μέσα από αυτήν για τα οφέλη της εξοικονόμησης ενέργειας, αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία μακροπρόθεσμα.”

Τι μπορεί λοιπόν να προσδοκά κανείς από την ενεργοποίηση των ΜΜΕ; Αναμφίβολα, την ευαισθητοποίηση του κόσμου.